Το άγχος δεν είναι συναίσθημα, η ανησυχία, ο φόβος, η αγωνία, ο θυμός, η θλίψη, η αβεβαιότητα, μεταξύ πολλών άλλων, είναι συναισθήματα.
Το άγχος είναι μια εμπειρία σωματικής, ψυχικής και πνευματικής εγρήγορσης, ένα βίωμα ανθρώπινο που ενεργοποιείται, ως απάντηση ή και ως ερώτηση, σε ένα εσωτερικό ή εξωτερικό ερέθισμα. Ένα ερέθισμα- πρόσκληση σε κάτι. Πρόσκληση σε συναίσθημα, πρόσκληση σε σκέψη, πρόσκληση σε δράση. Πάντως σίγουρα πρόσκληση σε επικοινωνία και νοηματοδότηση, με τον εαυτό και τους άλλους.
Όλη αυτή η διεργασία είναι πάντα υποκειμενική, τόσο ως προς την ερμηνεία του ερεθίσματος, όσο και ως προς την νοηματοδότηση και απάντηση σε αυτό.
Έως εδώ αναδεικνύεται ένας εξαιρετικά σύνθετος όσο και λειτουργικός μηχανισμός που εξυπηρετεί την εξελικτική πορεία και αλλαγή των ανθρώπων, σε συνεχή αλληλεπίδραση με τα περιβάλλοντα, στα οποία δρουν βιώνοντας τον εαυτό και τις σχέσεις τους.
Όταν το βίωμα του άγχους αποκτά μια αποσυνδετική λειτουργία για τους ανθρώπους, με την έννοια μιας κατάστασης μη προωθητικής της ανθρώπινης ευημερίας, όπως αυτή γίνεται κατανοητή για τον καθένα, τότε το βίωμα του άγχους αποκτά μια ξεχωριστή, απειλητική συνήθως οντότητα, την οποία οι άνθρωποι προσπαθούν να διαχειριστούν, αποσυνδεδεμένα από την συνολική ψυχική τους εμπειρία. Γίνεται μια οντότητα με δικούς της τρόπους κατανόησης και επικοινωνίας (συμπτώματα) και πιθανά μια νέα ταυτότητα των ανθρώπων (βλ. αγχώδης διαταραχή, άγχος-φοβίες, κρίσεις πανικού κ.λ.π), αποσυνδέοντάς τους ακόμη περισσότερο από την συνολική αίσθηση του εαυτού και των άλλων.
Αν προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε αυτή την μη προωθητική διάσταση του άγχους μέσω της διαχείρισης του βιώματος (του άγχους), είτε αρνούμενοι το ερέθισμα-πρόσκληση, είτε προσπαθώντας να το εκλογικεύσουμε σε μια διάσταση αντικειμενικότητας (η οποία δεν υφίσταται πουθενά στο ψυχικό πεδίο), τότε αγνοούμε την πρόσκληση σε επίπεδο συναισθημάτων, σκέψεων, αξιών, νοήματος, επικοινωνίας και δράσης. Δεν νοηματοδοτειται η ουσιαστική πρόσκληση, αναπαράγοντας περισσότερο χάος, έλλειψη νοήματος και γνώσης της πρόσκλησης του εαυτού, ανεπάρκεια, αποσύνδεση και αβοηθησία.
Πως να απαντήσεις σε μια ερώτηση που δεν έχει διατυπωθεί;
Ένας άνθρωπος που καταλήγει να βιώνει ξανά και ξανά το «άγχος» του, να περιγράφει τον εαυτό του και να επικοινωνεί στις σχέσεις του ως «αγχώδης», φαίνεται να δυσκολεύεται ή και να αγνοεί τον τρόπο να βιώσει και να επικοινωνήσει τον εαυτό του ως φοβισμένο, θυμωμένο, κουρασμένο, θλιμμένο, αβέβαιο, μπερδεμένο, αποκομμένο ή μη ικανοποιημένο.
Αν επικοινωνούμε με τον εαυτό μας, ως προς το βίωμα του άγχους, τότε τον καλούμε να “διαχειριστεί”, να ελέγξει να απαλλαγεί από το άγχος, από το βίωμα. Τότε δεν γίνεται εφικτή η συνομιλία με το συναίσθημα, τη σκέψη και τις εναλλακτικές επικοινωνίας και δράσης βάσει των αναγκών και διαθέσιμων επιλογών. Έχουμε εστιάσει στο βίωμα του άγχους και στους μηχανισμούς καταστολής του.
Αν επικοινωνούμε με τους άλλους, ως προς το βίωμα του άγχους, τότε τους καλούμε, βάσει της δίκης τους αναγκαστικά υποκειμενικότητας, να συνομιλήσουν μαζί μας για την «διαχείριση», τον έλεγχο την απαλλαγή από το υποκειμενικό μας βίωμα, προτείνοντας υποκειμενικά αποτελεσματικούς μηχανισμούς εκλογίκευσης ή αντικειμενικοποίησης, του άγχους μας. Τότε δεν γίνεται εφικτή η συνομιλία με το συναίσθημα, τις σκέψεις και τις εναλλακτικές επικοινωνίας και δράσης, βάσει των αναγκών και επιλογών, σε επίπεδο σχέσης με τους άλλους. Οι σχέσεις εξελίσσονται με επίκεντρο το άγχος και τους μηχανισμούς καταστολής του. Εύκολα εξελίσσεται μια δυναμική αμοιβαίας εξολόθρευσης της υποκειμενικότητας, δύναμης- αδυναμίας, με θύμα την επικοινωνία και σύνδεση των ανθρώπων.
Αν ανοίξουμε την εικόνα στο ευρύτερο κοινωνικό τοπίο, μπορούμε να συνομιλήσουμε για τους τόσο πολλούς λόγους και σύνθετους τρόπους με τους οποίους εσωτερικεύουμε προκλήσεις και “απειλές”, σε σχεσιακό και ατομικό επίπεδο, που μας κάνουν να νιώθουμε ευάλωτοι, αβέβαιοι, φοβισμένοι, θυμωμένοι, μπερδεμένοι, θλιμμένοι, απομονωμένοι κ.α. Εάν όλα αυτά το συναισθήματα κωδικοποιηθούν εσωτερικά στο βίωμα του άγχους και δεν αποκωδικοποιηθούν και επανασυνδεθούν στην διεργασία επικοινωνίας με τον εαυτό και τους άλλους, ως συναισθηματικές εμπειρίες με νόημα και αξία, χάνεται κάθε ευκαιρία μιας πιο συνεκτικής κατανόησης, αίσθησης αυτορρύθμισης, σύνδεσης με το ευρύτερο συλλογικό γίγνεσθαι και τελικά ασφαλούς πλοήγησης, στο τοπίο των σχέσεων με τον εαυτό και τους άλλους.
Σαν μια πολύχρωμη καρτ ποστάλ – πρόσκληση επανασύνδεσης που δεν παραδόθηκε ποτέ…